Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παράγομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
αναπαράγομαι
-
πετάγομαι
-
παράγω
-
παράγοντας
-
παράγκα
-
παραδέχομαι
-
παραδίνομαι
-
παραφέρομαι
-
παραδίδομαι
-
παρασύρομαι
-
παράνομα
-
παίζομαι
-
πνίγομαι
-
παραπονέομαι
-
παραβιάζομαι
)
Συνώνυμα
εξαρτώμαι
προέρχομαι
καθορίζομαι
3
Αντώνυμα
ελέγχω
καθορίζω
επηρεάζω
3
Ορισμός
Να βρίσκομαι υπό την επιρροή ή τον έλεγχο κάποιου ή κάτι.
Να προέρχομαι από μια συγκεκριμένη πηγή ή αιτία.
2
Παραδείγματα
Η απόφασή μου παράγεται από τις συμβουλές των γονιών μου.
Αυτό το φαινόμενο παράγεται από τις αλλαγές στο κλίμα.
2