1. Λέξη
    παρκάρισμα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: παρκάρω - χακάρισμα - τρακάρισμα - ποντάρισμα - πόρισμα - χάρισμα - μπλοκάρισμα)
  2. Συνώνυμα
    • στάθμευση
    • πάρκινγκ
    2
  3. Αντώνυμα
    • αναχώρηση
    • εκκένωση
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του παρκάρισματος ενός οχήματος.
    • Ο χώρος όπου μπορεί να παρκάρει ένα όχημα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το παρκάρισμα στο κέντρο της πόλης είναι δύσκολο.
    • Πλήρωσα για δύο ώρες παρκάρισμα.
    2