1. Συνώνυμα
    • όριο
    • ελάχιστο
    • φραγμός
    • εμπόδιο
    4
  2. Αντώνυμα
    • ελευθερία
    • απεριόριστο
    • απελευθέρωση
    3
  3. Ορισμός
    • Ένας κανόνας ή συνθήκη που περιορίζει κάτι.
    • Ένας περιορισμός που εμποδίζει την ελεύθερη κίνηση ή δράση.
    • Ένα όριο που τίθεται σε μια ποσότητα ή δραστηριότητα.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Οι περιορισμοί κυκλοφορίας λόγω της κακοκαιρίας ήταν αυστηροί.
    • Η εταιρεία αντιμετώπισε οικονομικούς περιορισμούς που επηρέασαν την ανάπτυξή της.
    • Υπάρχουν ηθικοί περιορισμοί που πρέπει να τηρούμε.
    3