1. Λέξη
    συμμετρία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συμμορία - συμμετοχή - συμμετέχω - συμμετάσχω - συμμετέχων - συμμαχία)
  2. Συνώνυμα
    • αρμονία
    • ισορροπία
    • αναλογία
    3
  3. Αντώνυμα
    • ασυμμετρία
    • ανισορροπία
    • δυσαρμονία
    3
  4. Ορισμός
    • Η ιδιότητα ενός αντικειμένου ή σχήματος να έχει ίσα μέρη σε σχέση με έναν άξονα ή κέντρο.
    • Η αναλογία και η αρμονία μεταξύ των μερών ενός συνόλου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η συμμετρία στη φύση είναι εμφανής στα φύλλα των δέντρων.
    • Το κτίριο σχεδιάστηκε με μεγάλη προσοχή στη συμμετρία των προσόψεών του.
    2