Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συνεχεία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
συνεχής
-
συνεχώς
-
συνεχίζω
-
συνεδρία
-
συνοδεία
-
συνεχίσω
)
Συνώνυμα
εξέλιξη
διαδοχή
συνέχεια
3
Αντώνυμα
διακοπή
τερματισμός
παύση
3
Ορισμός
η ενέργεια ή η κατάσταση του να συνεχίζεται κάτι χωρίς διακοπή
η ακολουθία γεγονότων ή πράξεων που ακολουθούν το ένα το άλλο
2
Παραδείγματα
Η συνεχεία της ιστορίας θα δημοσιευτεί την επόμενη εβδομάδα.
Η συνεχεία των βροχών προκάλεσε πλημμύρες στην περιοχή.
2