Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
υπομονετικός (επίθετο) - (παρόμοια:
υπομονετικά
-
υποθετικός
-
υπομονή
-
υποκριτικός
-
υποτιμητικός
-
συμπονετικός
-
υποχρεωτικός
-
γενετικός
)
Συνώνυμα
σταθερός
επίμονος
ανεκτικός
3
Αντώνυμα
ανυπόμονος
ασταθής
απρόσεκτος
3
Ορισμός
Που έχει την ικανότητα να ανέχεται δυσκολίες ή καθυστερήσεις χωρίς να ενοχλείται ή να χάνει την ψυχραιμία του.
Που δείχνει αντοχή και επιμονή σε δύσκολες καταστάσεις.
2
Παραδείγματα
Ο υπομονετικός δάσκαλος εξήγησε ξανά και ξανά την άσκηση στους μαθητές.
Η υπομονετική προσπάθειά του τελικά απέδωσε καρπούς.
2