1. Συνώνυμα
    • ευσπλαχνικός
    • καλοσυνάτος
    • συμπαθητικός
    3
  2. Αντώνυμα
    • ασυμπόνετος
    • σκληρός
    • ανευσπλαχνικός
    3
  3. Ορισμός
    • Που δείχνει κατανόηση και συμπόνοια για τα προβλήματα ή τα δεινά των άλλων.
    • Που έχει την ικανότητα να νιώθει και να μοιράζεται τον πόνο ή τη θλίψη κάποιου άλλου.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο γιατρός ήταν πολύ συμπονετικός με τους ασθενείς του.
    • Μια συμπονετική αντίδραση μπορεί να βοηθήσει κάποιον να νιώσει καλύτερα.
    2