Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
υποκριτικός (επίθετο) - (παρόμοια:
υποκριτική
-
κριτικός
-
υποκριτής
-
υποθετικός
-
συγκριτικός
-
διακριτικός
-
επικριτικός
-
υπομονετικός
-
υποχρεωτικός
-
υποτιμητικός
-
υποκρισία
)
Συνώνυμα
προσποιητικός
ψεύτικος
θεατρινιστικός
3
Αντώνυμα
ειλικρινής
αυθεντικός
γνήσιος
3
Ορισμός
που προσποιείται συναισθήματα ή πεποιθήσεις που δεν έχει πραγματικά
που χαρακτηρίζεται από υποκρισία
2
Παραδείγματα
Ο υποκριτικός χαμόγελος του έδειχνε ότι δεν ενδιαφερόταν πραγματικά.
Η υποκριτική συμπεριφορά του τον έκανε μη αξιόπιστο.
2