1. Λέξη
    όρος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: όροφος - φόρος - μόρος - όρμος - πόρος - όρκος)
  2. Συνώνυμα
    • βουνό
    • κορυφή
    • υψώμα
    3
  3. Αντώνυμα
    • κοιλάδα
    • πεδιάδα
    2
  4. Ορισμός
    • Μεγάλη υψομετρική ανύψωση του εδάφους, συνήθως με απότομες πλαγιές και σημαντικό υψόμετρο.
    • Σύμβολο ή έννοια που χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένο πλαίσιο, όπως στα μαθηματικά ή στη φιλοσοφία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο Όλυμπος είναι ο ψηλότερος όρος στην Ελλάδα.
    • Στη φιλοσοφία, ο όρος 'δικαιοσύνη' έχει πολλές ερμηνείες.
    2