Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απογειώνομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
απογειώνω
-
απογίνομαι
-
μειώνομαι
-
απλώνομαι
-
προσγειώνομαι
-
αφοσιώνομαι
-
αποφαίνομαι
-
απομακρύνομαι
-
απολύομαι
-
αθωώνομαι
-
αγχώνομαι
)
Συνώνυμα
πετάω
σηκώνομαι
αναχωρώ
3
Αντώνυμα
προσγειώνομαι
κατεβαίνω
σταματώ
3
Ορισμός
Αφήνω το έδαφος και αρχίζω να πετάω, συνήθως αναφέρεται σε αεροσκάφη ή διαστημόπλοια.
Ξεκινώ μια νέα επιχείρηση ή δραστηριότητα με μεγάλη επιτυχία.
2
Παραδείγματα
Το αεροπλάνο απογειώθηκε με ασφάλεια από τον αερολιμένα.
Η νέα του επιχείρηση απογειώθηκε γρήγορα χάρη στη δημοφιλία του προϊόντος.
2