1. Συνώνυμα
    • απαλλάσσομαι
    • εξαγνίζομαι
    • απολυτρόνομαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • καταδικάζομαι
    • ενοχοποιούμαι
    • κατηγορώμαι
    3
  3. Ορισμός
    • να δικαιολογούμαι ή να απαλλάσσομαι από μια κατηγορία ή ενοχή
    • να θεωρούμαι αθώος ή αμόλυντος
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο κατηγορούμενος αθωώθηκε από το δικαστήριο λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.
    • Μετά από πολλές προσπάθειες, αθωώθηκε από τις ψευδείς κατηγορίες.
    2