1. Συνώνυμα
    • αφιερώνομαι
    • εξασφαλίζω
    • προσέχω
    3
  2. Αντώνυμα
    • αμελώ
    • παραμελώ
    • αδιαφορώ
    3
  3. Ορισμός
    • Επικεντρώνομαι σε κάτι με μεγάλη προσοχή και αφοσίωση.
    • Αφιερώνω χρόνο και προσπάθεια σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή στόχο.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Αφοσιώνομαι στη μελέτη μου για να πετύχω τους στόχους μου.
    • Ο καθηγητής αφοσιώθηκε στη διδασκαλία του και βοήθησε πολλούς μαθητές.
    2