Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γευστικός (επίθετο) - (παρόμοια:
μυστικός
-
γενετικός
-
αναπνευστικός
-
ελκυστικός
-
μεθυστικός
-
ακουστικός
-
αστικός
-
γενικός
-
ωστικός
-
απολαυστικός
)
Συνώνυμα
νόστιμος
εξαιρετικός
απολαυστικός
3
Αντώνυμα
άγευστος
αποκρουστικός
άνοστος
3
Ορισμός
που έχει καλή γεύση ή ευχάριστη γεύση
που προκαλεί ευχαρίστηση λόγω της γεύσης του
2
Παραδείγματα
Αυτό το φαγητό είναι πολύ γευστικό.
Οι γευστικές πίτες έκαναν όλους να χαμογελάσουν.
2