Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ακουστικός (επίθετο) - (παρόμοια:
ακουστικό
-
ακουστική
-
αποκρουστικός
-
αστικός
-
ακουστώ
-
ακουστεί
-
μυστικός
-
απολαυστικός
-
γευστικός
-
αναπνευστικός
-
ελκυστικός
-
μεθυστικός
-
ωστικός
-
ουσιαστικός
-
ακροβατικός
-
αγωνιστικός
-
αηδιαστικός
-
κουραστικός
)
Συνώνυμα
ηχητικός
ηχοληπτικός
2
Αντώνυμα
βραχνή
σιωπηλός
2
Ορισμός
Σχετικός με τον ήχο ή την ακοή.
Που αφορά τη μετάδοση ή την αντίληψη του ήχου.
2
Παραδείγματα
Ο ακουστικός μου εξοπλισμός είναι πολύ καλής ποιότητας.
Η ακουστική επίδραση του δωματίου ήταν εντυπωσιακή.
2