Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διηγούμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
ηγούμαι
-
εξηγούμαι
-
οδηγούμαι
-
διανοούμαι
-
χορηγούμαι
-
προηγούμαι
-
δικαιούμαι
-
δικαιολογούμαι
-
δονούμαι
)
Συνώνυμα
αφηγούμαι
ιστορώ
περιγράφω
αναφέρω
4
Αντώνυμα
σιωπώ
κρύβω
αποσιωπώ
3
Ορισμός
Εξιστορώ ή περιγράφω μια σειρά από γεγονότα ή εμπειρίες.
Λέω ή γράφω μια ιστορία με λεπτομέρειες.
Εκφράζω ή μεταδίδω πληροφορίες ή εντυπώσεις.
3
Παραδείγματα
Μου διηγήθηκε την περιπέτειά του στο βουνό.
Η γιαγιά μας διηγείται πάντα παλιές ιστορίες.
Ο δάσκαλος διηγήθηκε στους μαθητές ένα παραμύθι.
3