1. Συνώνυμα
    • εργάζομαι
    • απασχολούμαι
    • κοπιάζω
    3
  2. Αντώνυμα
    • ξεκουράζομαι
    • αράζω
    • χαλαρώνω
    3
  3. Ορισμός
    • Εκτελώ εργασία ή καθήκοντα με σκοπό την παραγωγή ή την επίτευξη κάποιου αποτελέσματος.
    • Ασχολούμαι με κάποια δραστηριότητα που απαιτεί προσπάθεια ή κόπο.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Δουλεύω σε μια εταιρεία ως προγραμματιστής.
    • Κάθε μέρα δουλεύω στο κήπο για να είναι πάντα όμορφος.
    2