1. Συνώνυμα
    • επιβεβαιώνομαι
    • επικυρώνομαι
    • εξουσιοδοτούμαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • απορρίπτομαι
    • ακυρώνομαι
    • αποδοκιμάζομαι
    3
  3. Ορισμός
    • Να δέχομαι επίσημη έγκριση ή έγκριση από κάποια αρχή.
    • Να θεωρούμαι αποδεκτός ή έγκυρος.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Η αίτησή μου εγκρίθηκε από το συμβούλιο.
    • Το σχέδιο εγκρίθηκε από τον υπουργό.
    2