1. Συνώνυμα
    • μεταβάλλομαι
    • εξελίσσομαι
    • αλλάζω
    3
  2. Αντώνυμα
    • παραμένω
    • σταθεροποιούμαι
    2
  3. Ορισμός
    • Να υποβάλλομαι σε αλλαγή ή μεταμόρφωση.
    • Να λαμβάνω χώρα ή να συμβαίνω.
    • Να αποκτώ μια συγκεκριμένη ιδιότητα ή κατάσταση.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο καιρός γίνεται πιο κρύος το βράδυ.
    • Η συνάντηση θα γίνει αύριο στις 10 π.μ.
    • Μετά την εκπαίδευση, έγινε ένας άριστος επαγγελματίας.
    3