1. Συνώνυμα
    • εμφανίζομαι
    • προβάλλω
    • εκφράζομαι
    • δηλώνομαι
    4
  2. Αντώνυμα
    • κρύβομαι
    • αποκρύπτομαι
    • λανθάνω
    3
  3. Ορισμός
    • Εκδηλώνομαι σημαίνει να γίνομαι φανερός ή να εκφράζομαι με κάποιο τρόπο.
    • Να δείχνω ή να παρουσιάζω κάποια συμπεριφορά ή συναίσθημα.
    • Να γίνομαι αντιληπτός ή ορατός σε μια συγκεκριμένη μορφή.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Η θλίψη του εκδηλώθηκε μέσα από τα δάκρυά του.
    • Οι διαφορές τους εκδηλώθηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης.
    • Η ασθένεια εκδηλώθηκε ξαφνικά χωρίς προηγούμενα συμπτώματα.
    3