1. Συνώνυμα
    • δραστηριοποιούμαι
    • λειτουργώ
    • ασκώ
    3
  2. Αντώνυμα
    • αδρανώ
    • αμέλγω
    • απραξιάζω
    3
  3. Ορισμός
    • Εκτελώ μια ενέργεια ή λειτουργία.
    • Συμμετέχω σε μια δραστηριότητα ή διαδικασία.
    • Επιδράω ή έχω επίδραση σε κάτι.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο οργανισμός μου ενεργεί με γρήγορους ρυθμούς όταν ασχολούμαι με άσκηση.
    • Η επιχείρηση ενεργεί σε πολλές χώρες παγκοσμίως.
    • Το φάρμακο αρχίζει να ενεργεί μέσα σε λίγες ώρες.
    3