Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κατάργηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κατάρτιση
-
κατάκτηση
-
κατάχρηση
-
κατάρα
-
κατάρρευση
-
κατάρτι
-
κατάθεση
-
κατάβαση
-
κατάδυση
)
Συνώνυμα
ακύρωση
διακοπή
παύση
αναίρεση
λύση
5
Αντώνυμα
θεσμοθέτηση
εφαρμογή
επιβίωση
διατήρηση
ενίσχυση
5
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να καταργεί κάποιος κάτι, να το σταματά ή να το ακυρώνει.
Η επίσημη διακοπή ή ακύρωση ενός νόμου, συστήματος ή θεσμού.
2
Παραδείγματα
Η κατάργηση της σκλαβιάς ήταν ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την κατάργηση του φόρου.
2