1. Συνώνυμα
    • ενοικιασμένος
    • μισθωμένος
    2
  2. Αντώνυμα
    • ιδιόκτητος
    • αγορασμένος
    2
  3. Ορισμός
    • που έχει νοικιαστεί ή μισθωθεί
    • που ανήκει σε άλλον και χρησιμοποιείται με αντάλλαγμα
    2
  4. Παραδείγματα
    • Το διαμέρισμα είναι νοικιασμένο για ένα χρόνο.
    • Ο νοικιασμένος αυτοκινητοστάτης βρίσκεται στο κέντρο της πόλης.
    2