1. Λέξη
    σταθερός (επίθετο) - (παρόμοια: σταθερά - σταθερότητα - σταυρός - σταθμός - σταθεροποιώ - σταθώ)
  2. Συνώνυμα
    • αμετάβλητος
    • σταθερός
    • σταθερός
    • συνεπής
    4
  3. Αντώνυμα
    • ασταθής
    • ασταθής
    • ασταθής
    • ασταθής
    4
  4. Ορισμός
    • Που δεν αλλάζει ή δεν μεταβάλλεται εύκολα.
    • Που παρουσιάζει σταθερότητα και ασφάλεια.
    • Που είναι συνεπής και αξιόπιστος.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η θερμοκρασία του δωματίου παρέμεινε σταθερή όλη την ημέρα.
    • Οι σταθερές σχέσεις βασίζονται στην εμπιστοσύνη και την κατανόηση.
    • Η σταθερή ανάπτυξη της εταιρείας είναι αποτέλεσμα καλής διαχείρισης.
    3