1. Συνώνυμα
    • συνδράμω
    • συνεργάζομαι
    • συνεργάζω
    3
  2. Αντώνυμα
    • ανταγωνίζομαι
    • διαφωνώ
    • αντιτίθεμαι
    3
  3. Ορισμός
    • Να εργάζομαι μαζί με άλλους για την επίτευξη ενός κοινού στόχου.
    • Να συνεργάζομαι με κάποιον σε μια δραστηριότητα ή έργο.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Οι δύο εταιρείες συνεργάζονται για την ανάπτυξη μιας νέας τεχνολογίας.
    • Συνεργάζομαι με τους συναδέλφους μου για να ολοκληρώσουμε το έργο εγκαίρως.
    2