1. Συνώνυμα
    • υποστήριξη
    • στηρίζω
    • εξασφαλίζω
    3
  2. Αντώνυμα
    • αποδοκιμάζω
    • αντιτίθεμαι
    • απορρίπτω
    3
  3. Ορισμός
    • Να παρέχω βοήθεια ή ενθάρρυνση σε κάποιον ή κάτι.
    • Να στηρίζω μια άποψη, μια πρόταση ή ένα άτομο με επιχειρήματα ή ενέργειες.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Οι φίλοι μου με υποστηρίζουν σε κάθε μου απόφαση.
    • Η εταιρεία υποστηρίζει τις τοπικές κοινότητες μέσω της φιλανθρωπίας της.
    2