1. Συνώνυμα
    • αιματηρός
    • δραστικός
    • βίαιος
    3
  2. Αντώνυμα
    • ειρηνικός
    • ήπιος
    • αβλαβής
    3
  3. Ορισμός
    • που προκαλεί ή σχετίζεται με θάνατο ή σκοτωμό
    • που χαρακτηρίζεται από βία ή επιθετικότητα
    • που έχει δυνατή ή καταστροφική επίδραση
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο φονικός χτύπος του καρφιού τον έριξε νεκρό.
    • Η φονική επίθεση του λιονταριού ήταν απρόσμενη.
    • Η φονική δύναμη του τυφώνα κατέστρεψε ολόκληρα χωριά.
    3