Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χαραγμένος (επίθετο) - (παρόμοια:
ταραγμένος
-
διαταραγμένος
-
χαμένος
-
χαριτωμένος
-
πειραγμένος
-
χαλασμένος
-
φτιαγμένος
-
χωμένος
-
τρομαγμένος
)
Συνώνυμα
εγχάρακτος
χαρακωμένος
σκαλισμένος
3
Αντώνυμα
αχαρακώδης
ασήμαντος
αδιαφορος
3
Ορισμός
που έχει χαραχτεί ή σκαλιστεί σε μια επιφάνεια
που είναι βαθιά εντυπωμένος στη μνήμη ή στη συνείδηση
που είναι εμφανής ή ξεκάθαρος
3
Παραδείγματα
Η πέτρα είχε χαραγμένα γράμματα.
Η εμπειρία της παιδικής του ηλικίας ήταν βαθιά χαραγμένη στη μνήμη του.
Η εικόνα του ηλίου που δύει ήταν χαραγμένη στον ορίζοντα.
3