Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χωμένος (επίθετο) - (παρόμοια:
αγχωμένος
-
χωρισμένος
-
χαμένος
-
χαριτωμένος
-
ενωμένος
-
ηνωμένος
-
πιωμένος
-
θυμωμένος
-
ματωμένος
-
λερωμένος
-
παγωμένος
-
χτισμένος
-
ιδρωμένος
-
χαραγμένος
-
τεντωμένος
-
πληρωμένος
-
τσιτωμένος
-
ξαπλωμένος
-
χτυπημένος
-
ναρκωμένος
-
χαλασμένος
-
πληγωμένος
-
μορφωμένος
-
καρφωμένος
-
φορτωμένος
)
Συνώνυμα
κρυμμένος
εγκιβωτισμένος
τοποθετημένος
3
Αντώνυμα
εκτεθειμένος
ορατός
ακάλυπτος
3
Ορισμός
που βρίσκεται κρυμμένος ή καλυμμένος
που έχει τοποθετηθεί σε ένα συγκεκριμένο σημείο
που δεν είναι εύκολα ορατός ή προσβάσιμος
3
Παραδείγματα
Ο θησαυρός ήταν χωμένος κάτω από ένα μεγάλο βράχο.
Το κλειδί είναι χωμένο μέσα στο συρτάρι.
Ο σκύλος ήταν χωμένος κάτω από το κρεβάτι.
3