Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διαστημικός (επίθετο) - (παρόμοια:
διασκεδαστικός
-
δικός
-
διαστημόπλοιο
-
διαδικαστικός
-
διαφημιστικός
-
δικαστικός
-
διαβητικός
-
διαβολικός
)
Συνώνυμα
ουράνιος
αστρικός
γαλαξιακός
3
Αντώνυμα
επίγειος
γήινος
χερσαίος
3
Ορισμός
Σχετικός με το διάστημα ή τους αστέρες.
Ανήκων ή αναφερόμενος στο σύμπαν εκτός της γήινης ατμόσφαιρας.
2
Παραδείγματα
Ο διαστημικός σταθμός είναι ένα εργαστήριο στο διάστημα.
Η διαστημική τεχνολογία έχει κάνει τεράστια βήματα τα τελευταία χρόνια.
2