Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διαδικαστικός (επίθετο) - (παρόμοια:
δικαστικός
-
διαδικασία
-
διασκεδαστικός
-
δικός
-
διαδικτυακός
-
διαγνωστικός
-
δραστικός
-
διαχωριστικός
-
δικαιωματικός
-
διαφημιστικός
-
διαφωτιστικός
-
διαβητικός
-
αστικός
-
δικαστώ
-
αηδιαστικός
-
σαρκαστικός
-
διακριτικός
-
διαστημικός
-
δελεαστικός
-
διανοητικός
-
δικαστής
-
δυαδικός
)
Συνώνυμα
νομικός
δικαστικός
δικαιοπρακτικός
3
Αντώνυμα
ανεπίσημος
μη δικαστικός
2
Ορισμός
Σχετικός με τη διαδικασία δικαστηρίου ή νομικές διαδικασίες.
Που ακολουθεί ή σχετίζεται με επίσημες νομικές διαδικασίες.
2
Παραδείγματα
Οι διαδικαστικές πράξεις πρέπει να γίνονται σύμφωνα με το νόμο.
Η διαδικαστική καθυστέρηση μπορεί να επηρεάσει την έκβαση της υπόθεσης.
2