1. Συνώνυμα
    • σατανικός
    • διάβολος
    • κακός
    • κακοποιός
    4
  2. Αντώνυμα
    • αγγελικός
    • καλός
    • αγνός
    • ευσεβής
    4
  3. Ορισμός
    • που ανήκει ή αναφέρεται στον διάβολο
    • που χαρακτηρίζεται από μεγάλη κακία ή πονηριά
    • που προκαλεί δυσάρεστες συνέπειες ή δυσκολίες
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο διαβολικός χαρακτήρας του ήρωα έκανε την ταινία πιο συναρπαστική.
    • Έκανε ένα διαβολικό σχέδιο για να εκδικηθεί τους εχθρούς του.
    • Η διαβολική δυσκολία της εξέτασης έκανε πολλούς μαθητές να απελπιστούν.
    3