Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προφορικός (επίθετο) - (παρόμοια:
προϊστορικός
-
προεδρικός
-
προφορά
-
πληροφοριακός
-
προσωπικός
-
μεταφορικός
-
προσθετικός
-
προσεκτικός
-
δορυφορικός
-
πληροφορική
-
προληπτικός
-
προκλητικός
-
προσεχτικός
)
Συνώνυμα
προφορικός
απρόγραφος
αγραπτός
3
Αντώνυμα
γραπτός
επίσημος
τεκμηριωμένος
3
Ορισμός
Που γίνεται με το λόγο και όχι γραπτώς.
Που αφορά την προφορική επικοινωνία ή έκφραση.
Που δεν έχει γραπτή μορφή.
3
Παραδείγματα
Η προφορική παράδοση των μύθων ήταν σημαντική στην αρχαιότητα.
Η εξέταση περιλάμβανε και προφορικό τμήμα.
Η προφορική συμφωνία δεν είχε νομική ισχύ.
3