Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ειδοποιούμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
ενεργοποιούμαι
-
ειδοποιώ
-
ικανοποιούμαι
-
τακτοποιούμαι
-
ταυτοποιούμαι
-
ειδοποιήσω
-
σταθεροποιούμαι
-
προσποιούμαι
-
ειδοποιήσουν
-
περιποιούμαι
-
απενεργοποιούμαι
)
Συνώνυμα
ενημερώνομαι
πληροφορούμαι
ειδοποιούμαι
3
Αντώνυμα
αγνοώ
αφήνομαι στην άγνοια
2
Ορισμός
Λαμβάνω πληροφορία ή γνώση για κάτι.
Ενημερώνομαι επίσημα ή τυπικά για ένα γεγονός ή κατάσταση.
2
Παραδείγματα
Όταν ειδοποιούμαι για την άφιξη του φίλου μου, πηγαίνω να τον συναντήσω.
Οι πολίτες ειδοποιούνται για επικίνδυνες καιρικές συνθήκες μέσω του κινητού τους.
2