1. Συνώνυμα
    • αναβιώνω
    • αναζωογονώ
    • αναγεννώ
    3
  2. Αντώνυμα
    • σκοτώνω
    • καταστρέφω
    • εξαφανίζω
    3
  3. Ορισμός
    • Επιστρέφω στη ζωή κάποιον ή κάτι που θεωρούνταν νεκρό ή χαμένο.
    • Δίνω νέα ζωή ή ενέργεια σε κάποιον ή κάτι.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο Χριστός, σύμφωνα με τη Βίβλο, αναστήθηκε τρεις ημέρες μετά τον θάνατό του.
    • Η νέα διοίκηση κατάφερε να αναστήσει την εταιρεία από την πτώχευσή της.
    2