1. Συνώνυμα
    • πατρώος
    • οικογενειακός
    • γενεαλογικός
    3
  2. Αντώνυμα
    • μητρικός
    • ξένος
    • ασύνδετος
    3
  3. Ορισμός
    • Αυτός που σχετίζεται με τον πατέρα ή προέρχεται από αυτόν.
    • Αυτός που χαρακτηρίζεται από σχέση με την πατρική πλευρά μιας οικογένειας.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο πατρικός του θείος ήταν πολύ αγαπητός στην οικογένεια.
    • Η πατρική καταγωγή του ήταν από την Κρήτη.
    2