1. Συνώνυμα
    • φυλετικός
    • μισογύνης
    • ανδροκρατούμενος
    3
  2. Αντώνυμα
    • ισοτιμικός
    • φεμινιστικός
    • αντικειμενικός
    3
  3. Ορισμός
    • Που σχετίζεται με τη διάκριση ή την προτίμηση ενός φύλου έναντι του άλλου, συνήθως εις βάρος των γυναικών.
    • Που εκφράζει ή προάγει στερεότυπα και προκαταλήψεις με βάση το φύλο.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο σεξιστικός σχολιασμός του προκάλεσε αντιδράσεις.
    • Η διαφήμιση θεωρήθηκε σεξιστική επειδή ενίσχυε τα παραδοσιακά ρόλα των φύλων.
    2