Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συστηματικός (επίθετο) - (παρόμοια:
σχηματικός
-
συναισθηματικός
-
σωματικός
-
συστατικό
-
συνταγματικός
-
συμπτωματικός
-
συμβατικός
-
στοματικός
-
χρηματικός
-
συνθηματικό
-
μαθηματικός
-
συμπληρωματικός
-
στατικός
-
αισθηματικός
-
εγκληματικός
-
θεματικός
-
συστατική
)
Συνώνυμα
οργανωμένος
μεθοδικός
τακτικός
3
Αντώνυμα
ανοργάνωτος
ατακτικός
χαοτικός
3
Ορισμός
Που ακολουθεί μια συγκεκριμένη μέθοδο ή σύστημα.
Που χαρακτηρίζεται από τάξη και οργάνωση.
Που γίνεται με συγκεκριμένο σχέδιο ή προγραμματισμό.
3
Παραδείγματα
Ο συστηματικός τρόπος μελέτης του βοηθά να πετύχει καλύτερα αποτελέσματα.
Η συστηματική έρευνα οδήγησε σε σημαντικές ανακαλύψεις.
Έχει μια συστηματική προσέγγιση στην επίλυση προβλημάτων.
3