Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σχηματικός (επίθετο) - (παρόμοια:
σχηματισμός
-
συστηματικός
-
σωματικός
-
χρηματικός
-
στοματικός
-
μαθηματικός
-
στατικός
-
σχετικός
-
συναισθηματικός
-
αισθηματικός
-
εγκληματικός
-
θεματικός
-
σχηματίζω
-
συνταγματικός
-
συμπτωματικός
-
προβληματικός
-
θεαματικός
-
αρωματικός
-
συμβατικός
-
κλιματικός
-
δραματικός
-
σημαντικός
-
τραυματικός
-
πνευματικός
-
συνθηματικό
-
αξιωματικός
-
στατιστικός
-
πραγματικός
-
σχολαστικός
)
Συνώνυμα
τυπικός
συμβατικός
τυποποιημένος
3
Αντώνυμα
ασυνήθιστος
προσωπικός
ιδιαίτερος
3
Ορισμός
που ακολουθεί ένα συγκεκριμένο σχήμα ή μορφή
που χαρακτηρίζεται από τυπικότητα και έλλειψη ευελιξίας
που δεν είναι λεπτομερής ή πλήρης
3
Παραδείγματα
Η σχηματική παρουσίαση του θέματος δεν κάλυψε όλες τις πτυχές του.
Έκανε μια σχηματική περιγραφή του σχεδίου χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες.
2