1. Συνώνυμα
    • ενοχλούμαι
    • εκνευρίζομαι
    • εξοργίζομαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • ηρεμώ
    • χαλαρώνω
    • ησυχάζω
    3
  3. Ορισμός
    • Νιώθω έντονη ενόχληση ή θυμό εξαιτίας κάποιου ή κάτι.
    • Εκφράζω δυσαρέσκεια ή θυμό λόγω κάποιου ερεθίσματος.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Τσαντίστηκα όταν άκουσα τα ψέματα του.
    • Μην τσαντίζεσαι για τα μικρά πράγματα.
    2