Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τσαντίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
τσακίζομαι
-
τσαντίζω
-
ταυτίζομαι
-
χτίζομαι
-
τερματίζομαι
-
τραυματίζομαι
-
σχετίζομαι
-
τσακώνομαι
-
σκοτίζομαι
)
Συνώνυμα
ενοχλούμαι
εκνευρίζομαι
εξοργίζομαι
3
Αντώνυμα
ηρεμώ
χαλαρώνω
ησυχάζω
3
Ορισμός
Νιώθω έντονη ενόχληση ή θυμό εξαιτίας κάποιου ή κάτι.
Εκφράζω δυσαρέσκεια ή θυμό λόγω κάποιου ερεθίσματος.
2
Παραδείγματα
Τσαντίστηκα όταν άκουσα τα ψέματα του.
Μην τσαντίζεσαι για τα μικρά πράγματα.
2