Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χτίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
χωρίζομαι
-
χειρίζομαι
-
σκοτίζομαι
-
σχετίζομαι
-
ταυτίζομαι
-
τσαντίζομαι
-
ορίζομαι
-
σκίζομαι
-
παίζομαι
-
τερματίζομαι
-
σχηματίζομαι
-
χτίζω
-
ορκίζομαι
-
βασίζομαι
-
βυθίζομαι
-
ζαλίζομαι
-
ζορίζομαι
-
μυρίζομαι
-
ξυρίζομαι
-
φημίζομαι
-
τραυματίζομαι
)
Συνώνυμα
οικοδομούμαι
κατασκευάζομαι
δομούμαι
3
Αντώνυμα
κατεδαφίζομαι
γκρεμίζομαι
καταστρέφομαι
3
Ορισμός
1. Δημιουργούμαι ή κατασκευάζομαι με τη χρήση υλικών και τεχνικών.
2. (μεταφορικά) Αναπτύσσομαι ή οργανώνομαι σταδιακά.
2
Παραδείγματα
Το νέο σχολείο χτίζεται στην άκρη της πόλης.
Η φήμη του χτίστηκε με τα χρόνια μέσα από τη σκληρή του δουλειά.
2