Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χώνομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
αγχώνομαι
-
χάνομαι
-
χύνομαι
-
υψώνομαι
-
ενώνομαι
-
αθωώνομαι
-
απλώνομαι
-
σηκώνομαι
-
λερώνομαι
-
μειώνομαι
-
χώνουν
-
σκοτώνομαι
-
τυφλώνομαι
-
ακυρώνομαι
-
δαγκώνομαι
-
φορτώνομαι
-
πλακώνομαι
-
πληγώνομαι
-
πληρώνομαι
-
τσακώνομαι
-
καρφώνομαι
)
Συνώνυμα
μπαίνω
εισέρχομαι
περνάω
3
Αντώνυμα
βγαίνω
εξέρχομαι
φεύγω
3
Ορισμός
Εισέρχομαι σε έναν χώρο ή μια θέση.
Βρίσκομαι σε μια κατάσταση ή θέση που είναι δυσάρεστη ή δύσκολη.
Κρύβομαι ή αποκρύπτομαι.
3
Παραδείγματα
Χώνομαι στο δωμάτιο για να βρω το βιβλίο μου.
Δεν θέλω να χώνομαι σε μπελάδες.
Ο γάτος χώθηκε κάτω από το κρεβάτι.
3