Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κλιματικός (επίθετο) - (παρόμοια:
κλιματιστικό
-
κλιματισμός
-
κλινικός
-
κρατικός
-
σωματικός
-
θεματικός
-
θεαματικός
-
αρωματικός
-
δραματικός
-
στοματικός
-
χρηματικός
-
σχηματικός
-
τραυματικός
-
μαθηματικός
-
αξιωματικός
-
πνευματικός
-
πραγματικός
)
Συνώνυμα
ατμοσφαιρικός
καιρικός
μετεωρολογικός
3
Αντώνυμα
αντικλιματικός
μη κλιματικός
2
Ορισμός
Σχετικός με το κλίμα ή τις καιρικές συνθήκες.
Που επηρεάζεται ή καθορίζεται από το κλίμα.
Που σχετίζεται με τις μακροπρόθεσμες καιρικές τάσεις.
3
Παραδείγματα
Οι κλιματικές αλλαγές επηρεάζουν όλο τον πλανήτη.
Η κλιματική ζώνη της περιοχής μας είναι εύκρατη.
Μελέτησαν τις κλιματικές συνθήκες για την κατασκευή του κτιρίου.
3