Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
θεαματικός (επίθετο) - (παρόμοια:
θεματικός
-
δραματικός
-
θετικός
-
ακροαματικός
-
πειραματικός
-
θεατρικός
-
σωματικός
-
κλιματικός
-
αρωματικός
-
στοματικός
-
χρηματικός
-
σχηματικός
-
θεωρητικός
-
μελοδραματικός
-
θειικός
-
πραγματικός
-
πνευματικός
-
μαθηματικός
-
αξιωματικός
-
τραυματικός
)
Συνώνυμα
εντυπωσιακός
θαυμαστός
εκπληκτικός
εξαιρετικός
4
Αντώνυμα
ανιαρός
βαρετός
συνηθισμένος
ασήμαντος
4
Ορισμός
Που προκαλεί θαυμασμό ή εντύπωση λόγω της ομορφιάς, της μεγαλοπρέπειας ή της αξιοπερίεργης φύσης του.
Που ξεχωρίζει για τη θεατρικότητα ή τη δραματικότητά του.
2
Παραδείγματα
Η θεαματική ηλιοβασίλεμα στο νησί μας άφησε όλους άφωνους.
Η θεαματική εμφάνιση του καλλιτέχνη στο πάρτι έγραψε ιστορία.
2