Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καλεσμένος (επίθετο) - (παρόμοια:
καταπιεσμένος
-
καλυμμένος
-
καμένος
-
καημένος
-
πεσμένος
-
καλωδιωμένος
-
καθορισμένος
-
καλοντυμένος
-
κανονισμένος
-
πιεσμένος
-
καρφωμένος
-
κλεισμένος
-
καταδικασμένος
-
κρεμασμένος
-
κοιμισμένος
-
κερδισμένος
-
κουρασμένος
-
καταραμένος
)
Συνώνυμα
προσκεκλημένος
καλούμενος
2
Αντώνυμα
απρόσκλητος
ακατάλληλος
2
Ορισμός
Που έχει προσκληθεί σε μια εκδήλωση ή συγκέντρωση.
Που έχει ζητηθεί να παρευρεθεί σε μια συγκεκριμένη περίσταση.
2
Παραδείγματα
Ο καλεσμένος έφτασε στην ώρα του στο πάρτι.
Όλοι οι καλεσμένοι φορούσαν επίσημα ρούχα.
2