1. Συνώνυμα
    • λιμοκτονημένος
    • ασιτισμένος
    • αποκαρδιωμένος
    3
  2. Αντώνυμα
    • χορτασμένος
    • κορεσμένος
    • γεμάτος
    3
  3. Ορισμός
    • Που νιώθει την ανάγκη να φάει λόγω έλλειψης τροφής.
    • Που έχει έντονη επιθυμία για κάτι.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Μετά από μια ολόκληρη μέρα χωρίς φαγητό, ένιωθα πεινασμένος.
    • Ο πεινασμένος λύκος έψαχνε για τροφή στο δάσος.
    2