Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κερδισμένος (επίθετο) - (παρόμοια:
κλεισμένος
-
κοιμισμένος
-
κανονισμένος
-
καθορισμένος
-
σκισμένος
-
πεισμένος
-
εθισμένος
-
ορισμένος
-
χτισμένος
-
καλεσμένος
-
φοβισμένος
-
ραγισμένος
-
οπλισμένος
-
ζαλισμένος
-
χωρισμένος
-
οργισμένος
-
φημισμένος
-
βασισμένος
)
Συνώνυμα
νικηφόρος
επιτυχημένος
θριαμβευτικός
3
Αντώνυμα
χαμένος
αποτυχημένος
ηττημένος
3
Ορισμός
Αυτός που έχει κερδίσει σε έναν αγώνα, διαγωνισμό ή γενικά σε μια προσπάθεια.
Αυτός που έχει αποκομίσει κέρδος ή ωφέλεια από μια κατάσταση.
2
Παραδείγματα
Ο κερδισμένος της διοργάνωσης έλαβε το βραβείο.
Μετά από πολλές προσπάθειες, ένιωσε κερδισμένος.
2