Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ορίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
ζορίζομαι
-
ορκίζομαι
-
διορίζομαι
-
προορίζομαι
-
καθορίζομαι
-
περιορίζομαι
-
χωρίζομαι
-
ξυρίζομαι
-
μυρίζομαι
-
στηρίζομαι
-
χειρίζομαι
-
γνωρίζομαι
-
ισχυρίζομαι
-
παίζομαι
-
σκίζομαι
-
χτίζομαι
-
εκνευρίζομαι
-
συμμερίζομαι
-
ορίζω
-
βυθίζομαι
-
ζαλίζομαι
-
βασίζομαι
-
ορίζοντας
-
φημίζομαι
-
αναγνωρίζομαι
-
διαχειρίζομαι
-
υποστηρίζομαι
)
Συνώνυμα
καθορίζομαι
προσδιορίζομαι
οριοθετούμαι
3
Αντώνυμα
απροσδιόριστος
αόριστος
ακαθόριστος
3
Ορισμός
Καθορίζομαι ή καθορίζω τα όριά μου.
Προσδιορίζομαι με σαφήνεια.
Οριοθετούμαι σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο.
3
Παραδείγματα
Οι αρμοδιότητές του ορίζονται από τον νόμο.
Το έργο ορίζεται από συγκεκριμένους στόχους.
Η συμπεριφορά του ορίζεται από τους κανόνες της κοινωνίας.
3